Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο thelonapo.blogspot.gr στις 22 Αυγούστου 2008 από όπου και το αναδημοσιεύουμε σήμερα λόγω της εξαιρετικής του επικαιρότητας.
Αναζητώντας στο διαδικτυο στοιχεία για την διαχείριση των υδάτινων πόρων, «έπεσα» πάνω στην ιστοσελίδα http://www.icij.org/water/default.aspx
με τον περίεργο τίτλο «Οι βαρωνοι του νερού» του International
Consortium of Investigative Journalists (ICIJ) το οποίο αποτελεί
πρόγραμμα του «Center for Public Integrity». Τα στοιχεία που δίνονται
είναι εκπληκτικά όσον αφορά στην εκρηκτική ανάπτυξη την τελευταία
δεκαετία ενός μικρού αριθμού ιδιωτικών επιχειρήσεων (με κυρίαρχες βασικά
τρεις) που δραστηριοποιούνται στον τομέα του νερού, ελέγχουν περίπου το
5%, τροφοδοτούν περίπου 300 εκατομμύρια «πελάτες» και που οι αναλυτές
προβλέπουν ότι στα επόμενα 15 έτη αναμένεται να ελέγξουν 65 έως 75% των
δημόσιων υδάτινων έργων.
Αυτό σημαίνει ότι η μεταφορά του έλεγχου του πιο ζωτικού φυσικού πόρου της ανθρωπότητας από τις οργανωμένες κοινωνίες σε μια χούφτα μονοπωλιακών εταιριών δεν ανήκει πλέον στην σφαίρα του φανταστικού. Και μάλιστα με μια τεράστια ποικιλία οικονομικών σεναρίων, εκδοχών και διοικητικών ρυθμίσεων από την μερική (συνεργασίες δημόσιου - ιδιωτικού τομέα) έως ολοκληρωτική (συνολική αποβολή κράτους - αυτοδιοίκησης και κοινωνίας).
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΑΡΩΝΟΙ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ;
Η Γαλλία μπορεί να περηφανεύεται σαν πατρίδα της ιδιωτικοποίησης του νερού με τις «SUEZ» και «Vivendi Environnement» (μετονομασθεισα σε «VEOLIA Environnement») να είναι οι μεγαλύτερες παγκοσμίως ιδιωτικές επιχειρήσεις νερού.
Η «SUEZ» ελέγχει υπηρεσίες νερού σε 130 χώρες, έχει περίπου 115 εκατομμύρια πελάτες και 173.000 υπάλληλους. Η «Vivendi» έχει 110 εκατομμύρια πελάτες σε περισσότερες από 100 χώρες και 295.000 υπαλλήλους και ακολουθεί η «Thames Water» με 70 εκατομμύρια πελάτες. Κάθε μια από τις τρεις κορυφαίες επιχειρήσεις διαθέτει τεράστιους οικονομικούς πόρους, είναι μεταξύ των κορυφαίων 100 εταιριών στον κόσμο ενώ όλες μαζί είχαν εισόδημα (2001) 156.7 δις δολαρίων (την στιγμή που το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Βολιβίας στην οποίαν έχει προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση είναι 21,4 δις δολάρια). Το παζλ συμπληρώνεται με τις μικρότερες «Saur», «Bechtel Group, Inc», «American Water Works Co. Inc.» και «United Utilities PLC»
TΟ ΝΕΡΟ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Είναι προφανές ότι το νερό είναι τόσο ένα κοινωνικό αγαθό το οποίο πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλα τα ανθρώπινα όντα (και όχι μόνο αυτά) όσο και μια περιβαλλοντική αξία. Ωστόσο στο σημερινό Παγκόσμιο Χωριό με την ολοένα αυξανόμενη έλλειψη του και τις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες (που απαιτούν δαπανηρά και μεγάλα έργα) είναι αναμφισβήτητα και οικονομικό αγαθό, έχει άξια χρήσης και συνεπώς αποτελεί εμπόρευμα. Τόσο απαραίτητο ώστε ακόμη και οι φτωχοί είναι έτοιμοι να το πληρώσουν.
Η άποψη ότι το νερό είναι και εμπόρευμα δεν είναι από μόνη της αρνητική. Μπορεί συμπεριλαμβάνοντας και το περιβαλλοντικό κόστος στην τιμή του νερού να συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια περιορισμού της σπατάλης υδάτινων πόρων. Το πρόβλημα αρχίζει από την στιγμή που απογυμνώνεται από τις άλλες ιδιότητες του και παραδίνεται στα μονοπωλιακά συγκροτήματα σαν να επρόκειτο για ένα οποιαδήποτε άλλο εμπόρευμα.
ΟΙ ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΤΩΝ ΒΑΡΩΝΩΝ
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η ιδιωτικοποίηση προχωράει πολύ γρήγορα σε φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες. Το μυστικό λύνεται όταν ανακαλύπτουμε ότι η Διεθνής Τράπεζα (Δ.Τ.) και άλλοι διεθνείς χρηματοδοτικοί οργανισμοί μέσα από την άσκηση πιέσεων στις κυβερνήσεις τους να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις (ως αντάλλαγμα των δανείων που ζητούν) έχουν παίξει κυρίαρχο ρόλο.
Η έρευνα του ICIJ έδειξε ότι οι επιχειρήσεις νερού έχουν ενώσει τις δυνάμεις του για να δημιουργήσουν μια σειρά Διεθνών οργανώσεων, «δεξαμενών σκέψης», επιτροπών και φόρουμ (με τα στελέχη τους να παίζουν κυρίαρχο ρόλο) που προσπαθούν να κυριαρχήσουν ιδεολογικοπολιτικά. Ο βασικότερος από τους φορείς αυτούς «Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Νερού» (http://www.worldwatercouncil.org) ιδρύθηκε το 1996 από την Δ.Τ και τα Ηνωμένα Έθνη και οργανώνει παγκόσμιες διασκέψεις. Στο φόρουμ της Χάγης (Μάρτιος 2000) χαρακτηριστική ήταν η δήλωση ότι η λύση στο πρόβλημα «νερό» είναι να αντιμετωπιστεί όπως οποιαδήποτε άλλο προϊόν με διαχείριση του από τον ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς.
Οι επιχειρήσεις νερού συνεργάζονται στενά με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να διευκολύνεται η διείσδυση τους σε νέες αγορές, πιέζουν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) να μειωθούν οι περιορισμοί που την εμποδίζουν και τον Διεθνή οργανισμό για τα πρότυπα (ISO), να καθορίσει διεθνή πρότυπα για τις υπηρεσίες νερού ώστε να διευκολυνθεί η διαδικασία ανοίγματος των αγορών νερού. Σε επιστολή της (Μάιος 2002), η Επίτροπος για το εμπόριο της ΕΕ Ulrike Hauer έγραψε στις εταιρείες «Thames Water”, “SUEZ” και «VIVENDI” ευχαριστώντας τους για τη συμβολή τους στην προσπάθεια μείωσης των εμπορικών περιορισμών στις "υπηρεσίες ύδατος και υγρών αποβλήτων" με σκοπό να ανοιχτούν αυτές οι αγορές στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
ΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Οι υπέρμαχοι της ιδιωτικοποίησης παρουσιάζουν την επέκταση του ιδιωτικού νερού σχεδόν σαν φυσική απάντηση στην αυξανόμενη κρίση της έλλειψης νερού την εποχή της παγκοσμιοποίησης και ότι το νερό σαν οικονομικό αγαθό προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στη μάχη για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη νερού, να έχει την δυνατότητα κάθε άνθρωπος να ικανοποιεί τις βασικές απαιτήσεις του σε νερό και να προστατεύονται τα φυσικά οικοσυστήματα. Ότι η πολιτική ιδιωτικοποίησής έχει σαν αποτέλεσμα την οικονομική αποτελεσματικότητα, την βελτίωση της λειτουργίας των υπηρεσιών νερού (ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες) και πετυχαίνουν να παρακάμψουν την γραφειοκρατία και διαφθορά. Ταυτόχρονα υποστηρίζουν ότι η ιδιωτικοποίηση ως πολιτικό και οικονομικό εργαλείο αποδίδει όταν χρησιμοποιηθεί κατάλληλα και επικαλούνται την σωστή λειτουργία των ιδιωτικοποιημένων συστημάτων νερού στις ανεπτυγμένες χώρες και τους ευτυχισμένους πελάτες τους.
Ωστόσο μετά από σειρά αποτυχιών αυτής της πολιτικής ακόμα και οι υπέρμαχοι της συστήνουν να μην υπάρχει «απερίσκεπτη βιασύνη», να λαμβάνεται υπόψη ο ιδιαίτερος ρόλος του νερού και να εξασφαλίζεται κοινωνική συναίνεση. Αποδίδουν στο κράτος και τους ελεγκτικούς του μηχανισμούς την ευθύνη να ελέγχουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις νερού και να αποβάλλουν όσες δεν τηρούν τα συμφωνημένα και αποθεώνουν την δύναμη της αγοράς να επιβραβεύει και να «τιμωρεί» ανάλογα με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Στις χώρες όπου υπήρξε εφαρμογή (μερικές φορές απότομη και βίαιη) της πολιτικής ιδιωτικοποίησης του νερού γρήγορα εμφανίστηκε λόγω των συνεπειών έντονη αντίθεση κοινωνικών ομάδων, οργανώσεων προστασίας του περιβάλλοντος και των ανθρώπινων δικαιωμάτων που αντιμετωπίστηκε μερικές φορές με βίαιη καταστολή. Οι αντίπαλοι της ιδιωτικοποίησης περιγράφουν τους βαρωνους του νερού σαν αρπακτικούς κεφαλαιοκράτες που προγραμματίζουν την κατάκτηση των παγκόσμιων υδάτινων πόρων ώστε να αυξήσουν τις τιμές και να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
Η αντίθεση επικεντρώνεται στις οικονομικές επιπτώσεις της ιδιωτικοποίησης (οικονομικές επιβαρύνσεις, μείωση εισοδήματος, αύξηση της ανεργίας, δύναμη των βαρωνων), των κινδύνων για οικοσυστήματα και φυσικούς πόρους, του έλεγχου από ξένους του θεμελιώδους φυσικού πόρου, αλλά και τον αποκλεισμό των φτωχών από την πρόσβαση στο νερό και των τοπικών κοινωνιών από τις αποφάσεις για τους δικούς τους πόρους.
Αντιτείνουν ότι αν και είναι σαφές πως πράγματι υπάρχουν θετικά αποτελέσματα από την ιδιωτικοποίηση, αυτό οφείλεται σε πολλές περιπτώσεις πρωτίστως στα δάνεια από την Δ.Τ ενώ οι επιχειρήσεις διαθέτουν ελάχιστα δικά τους κεφάλαια και αν η Δ.Τ. δαπανούσε ίδιες προσπάθειες και χρήματα στη βελτίωση των δημόσιων και δημοτικών οργανισμών νερού αυτές θα απέδιδαν καλύτερα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις ειδικά όταν έχει η χώρα ένα ισχυρό κράτος δικαίου και μιας τίμια, αποτελεσματική διοίκηση.
Ταυτόχρονα η μεγαλύτερη ανάγκη για αποτελεσματικές και αξιόπιστες υπηρεσίες νερού υπάρχει κατά κανόνα σε εκείνες τις χώρες όπου συναντούμε αδύνατους δημόσιους τομείς, διαφθορά και έντονα κοινωνικά προβλήματα. Σε αυτές τις χώρες που οι βαρωνοι βάζουν με την βοήθεια της Δ.Τ. στο στόχαστρο τους οι αδύναμες και διεφθαρμένες κυβερνήσεις τους αδυνατούν να διαπραγματευτούν μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή συμφωνία.
Η ιδιωτικοποίηση, υποστηρίζουν οι αντίπαλοι της, περιθωριοποιεί τις φτωχές περιφέρειες που δεν παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον για το ιδιωτικό κεφαλαίο και βαθαίνει την καθυστέρηση τους. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν οικονομικό όφελος από την μείωση της συντήρησης των δικτύων και φυσικά αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι τις εξαιρετικά δαπανηρές αντικαταστάσεις τους λόγω παλαιότητας. Ιδιαίτερα επικίνδυνο για την υγεία των πολιτών είναι το γεγονός ότι δεν έχουν κανένα λόγο – το αντίθετο μάλιστα- να λαμβάνουν εξαντλητικά και δαπανηρά μέτρα προστασίας και ελεγχου της ποιότητας του νερού όπως επίσης δεν έχουν κανένα λόγο να επιζητούν την μείωση της σπάταλης αφού αυτό τους στερεί πολύτιμα κέρδη.
Μια διαδικασία ιδιωτικοποίησης, κατά τους επικριτές της, είναι συχνά δρόμος χωρίς επιστροφή καθώς τυχόν καταγγελία της σύμβασης οδηγεί τις πόλεις και τα κράτη σε δικαστικές περιπέτειες με αντικείμενο τεραστία χρηματικά ποσά τα οποία διεκδικούν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ενώπιον διεθνών οργανισμών επίλυσης διαφόρων. Παράλληλα με την υλοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων καταστρέφονται οι υπάρχουσες δημόσιες δομές στον τομέα του νερού, χάνεται πολύτιμη πείρα, στελέχη και δεξιότητες, η διάρκεια των συμβάσεων όντας μακρόχρονη (τουλάχιστον 10 έως 20 έτη) καθιστά την απώλεια των υδάτινων πόρων από την κοινωνία σχεδόν ανέκκλητη και ότι οι δομές της ιδιωτικοποίησης ενθαρρύνουν τη δωροδοκία καθώς οι συμβάσεις γίνονται χωρίς διαφάνεια πίσω από κλειστές πόρτες.
Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δίνουν την υπόσχεση να παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες σε χαμηλότερες τιμές. Η έρευνα του ICIJ αποκάλυψε ότι οι κυβερνήσεις συχνά αυξάνουν τις τιμές του νερού πριν από την ιδιωτικοποίηση για να αφήσουν τους ιδιώτες την δυνατότητα να μειώσουν αμέσως τις τιμές και να κερδίσουν την κοινωνική συναίνεση. Ακολουθούν πιέσεις προκείμενου να επαναδιαπραγματευθεί η εταιρεία την σύμβαση προς όφελος της (διαθέτοντας δε ήδη τον έλεγχο του νερού έχει τεράστια διαπραγματευτική δύναμη) με αποτέλεσμα γρήγορα οι τιμές να εκτινάσσονται στα ύψη ενώ οι αρχικοί στόχοι για επεκτάσεις και εκσυγχρονισμό των συστημάτων πόσιμου νερού και αποχέτευσης εγκαταλείπονται. Στο βασικό επιχείρημα υπέρ της ιδιωτικοποίησης ότι το οικονομικό βάρος θα μετατοπιστεί από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα οι αντίπαλοι της απαντούν ότι αυτό μετακυλιεται στους καταναλωτές που πληρώνουν περισσότερο κάθε μήνα τον λογαριασμό του νερού και συνοδεύεται από μεγάλες απολύσεις προσωπικού.
Η έλλειψη νερού σε μια χώρα είναι δυνατόν να αποδώσει στις εταιρίες τεράστια ποσοστά κέρδους με την μεταφορά νερού σε αυτήν από άλλες χώρες. Οι εταιρείες ασκούν τεράστιες οικονομικές και πολιτικές πιέσεις σε χώρες με επάρκεια νερού προκείμενου να πετύχουν την εξαγωγή του σε άλλες με καταστρεπτικές συνέπειες (τεραστία οικολογική καταστροφή και κοινωνικοοικονομικές περιπέτειες). Φυσικά το σημαντικότερο επιχείρημα παραμένει ότι: Η ιδιωτικοποίηση μπορεί να αφήσει τους φτωχούς χωρίς πρόσβαση στο πόσιμο νερό και τις υποδομές υγιεινής.
ΔΙΑΦΘΟΡΑ, ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
Αύγουστος 2000 εμφανίστηκε χολέρα στην Νότια Αφρική και μέχρι τον Ιανουάριο 2002 είχε μολύνει περισσότερους από 250.000 ανθρώπους και 300 θανάτους. Ο David Hemson, κοινωνικός επιστήμονας που εστάλη από την κυβέρνηση για να ερευνήσει τις αιτίες τις απέδωσε στο γεγονός ότι είχαν αρχίσει οι διαδικασίες εμπορευματοποίησης του νερού και μεγάλος αριθμός κατοίκων αναγκάστηκαν να αναζητήσουν νερό σε μολυσμένα ρέματα και λίμνες λέγοντας "Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αδυναμία των ανθρώπων να πληρώσουν το πλήρες κόστος του νερού ήταν η άμεση αιτία της επιδημίας χολέρας» .
Το διασημότερο παράδειγμα αντίστασης στην ιδιωτικοποίηση είναι αυτή της πόλης Cochabamba της Βολιβίας. Κοινοπραξία των Bechtel και United Utilities πήρε τον έλεγχο των υδάτινων έργων της πόλης το 1999 και ακολούθησαν αυξήσεις μέχρι 150% και απειλές για διακοπή υδροδότησης όσων δεν πλήρωναν. Η σύμβαση έδωσε στην Κοινοπραξία τον έλεγχο του υπόγειου νερού και της επέτρεψε να κλείσει τις ιδιωτικές γεωτρήσεις. Όταν οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν αστυνομία και Στράτος κλήθηκαν να τις καταστείλουν σκοτώνοντας δύο ανθρώπους. Όταν η κυβέρνηση προχώρησε σε ακύρωση της παραχώρησης η κοινοπραξία την μήνυσε απαιτώντας αποζημιώσεις ενώπιον του «διεθνούς κέντρου για την τακτοποίηση των διαφωνιών επένδυσης» που ανήκει στο γκρουπ της Δ.Τ.
Στη Γαλλία 'SUEZ' και 'Vivendi' έχουν στενούς πολιτικούς δεσμούς με την εθνική και τοπική εξουσία ενώ ανώτεροι υπάλληλοι τους έχουν κατηγορηθεί και σε μερικές περιπτώσεις καταδικαστεί για παράνομες χρηματοδοτήσεις προεκλογικών αγώνων, δωροδοκίες και απάτες για να εξασφαλίσουν συμβόλαια στον τομέα του νερού.
Το 1988 η κυβέρνηση της Θάτσερ μετέτρεψε 10 περιφερειακούς οργανισμούς νερού σε ιδιωτικές επιχειρήσεις με παραχωρήσεις 25-έτιας, απαλλαγή από χρέη, απαλλαγή φόρων στα κέρδη, επιχορηγήσεις κλπ καθώς και είσοδο τους στο χρηματιστήριο και δημιουργία ιδιωτικών μονοπωλίων. Σύντομα εμφανίστηκαν σοβαρές αντιδράσεις καθώς οι τιμές αυξήθηκαν κατά μέσο όρο πάνω από 50% τα πρώτα 4 έτη. Τα τεραστία κέρδη προσέλκυσαν τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες και οι περισσότερες από τις 10 επιχειρήσεις αγοράστηκαν μετά από την πενταετή περίοδο "προστασίας" τους. Ακολούθησε διακοπή της παροχής νερού σε σημαντικό αριθμό κατοίκων που δεν είχαν να πληρώσουν και η λειτουργία των "μετρητών προκαταβολής πληρωμής" που παρείχαν πρόσβαση στο νερό με την χρήση πλαστικής κάρτας μόνο όταν προπλήρωναν οι πελάτες τα χρήματα και για όσο καιρό είχε χρήματα ο λογαριασμός τους (ακριβώς όπως η καρτοκινητη τηλεφωνία). Οι αντιδράσεις ανάγκασαν το Κοινοβούλιο να ψηφίσει νόμο που απαγόρευσε τις αποσυνδέσεις και τη χρήση μετρητών. Παράλληλα υπήρξαν σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας όπως έλλειψη βασικών μέτρων συντήρησης, ανάστροφες ροής υπονόμων, ρύπανση υδάτινων πόρων και κακή ποιότητα πόσιμου νερού που οδηγούσαν σε τακτικές ποινικές διώξεις κατά των επιχειρήσεων. Σήμερα η κατάσταση έχει βελτιωθεί μετά από τις αντιδράσεις.
Τον Ιανουάριο του 2003 οι αρχές της Ατλάντα αποφάσισαν να διακόψουν τη μεγαλύτερη σύμβαση ιδιωτικοποίησης νερού στις ΕΙΠΑ που έγινε το 1998 και διαφημίστηκε ως "πρότυπο". Άντ' αυτού το φιάσκο στην Ατλάντα με την ιδιωτική επιχείρηση να αυξάνει σημαντικά την τιμή του νερού, να ζητάει συνεχώς περισσότερες επιχορηγήσεις, να χρεώνει στην πόλη εργασίες που δεν έχει πραγματοποιήσει, και να παραμελεί συστηματικά την συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό καθώς και τις παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας η περίπτωση αυτή χρησιμεύει πλέον ως παράδειγμα αποφυγής όπως και οι αντίστοιχες του Μπουένος Αύρες (Αργεντινή), της Μανίλα (Φιλιππίνες) κ.α
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΙ;
Στην Ελλάδα την ευθύνη του πόσιμου νερού και της αποχέτευσης έχουν οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α) που αποτελούν ΝΠΙΔ εκτός Αθήνας και της Θεσσαλονίκης όπου έχουμε την εμφάνιση των πρώτων προσπαθειών ιδιωτικοποίησης του νερού στην χώρα μας.
Έτσι η ΕΥΔΑΠ με 4.000.000 πελάτες στην Αθήνα γίνεται το 1999 Ανώνυμη Εταιρεία εισήγμενη στο Χρηματιστήριο με τα κυριότερα πάγια της να απορροφώνται από την «Εταιρεία Παγίων ΕΥΔΑΠ ΝΠΔΔ» και να παραμένουν στην ιδιοκτησία του δημοσίου (φράγματα, ταμιευτήρες, εξωτερικά υδραγωγεία και αντλιοστάσια, καθώς και οι άλλες εγκαταστάσεις που εξασφαλίζουν την ασφαλή μεταφορά του νερού μέχρι τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας του). Η ΕΥΔΑΠ συνεχίζει να λειτουργεί τα έργα για λογαριασμό της «Εταιρείας Παγίων» και για την εξασφάλιση της υδροδότησης της Πρωτεύουσας προμηθεύεται ακατέργαστο νερό από το Δημόσιο. Το τίμημα του ακατέργαστου νερού μέχρι το 2004 συμψηφίζεται με το κόστος των υπηρεσιών που προσφέρει η ΕΥΔΑΠ για τη συντήρηση και λειτουργία των παγίων στοιχείων. Ανάλογο είναι το νομικό καθεστώς που ισχύει για την ΕΥΑΘ (Θεσσαλονίκη).
Οι ΔΕΥΑ στην πλειοψηφία τους αντιμετωπίζουν σημαντικά οικονομικά και αλλά προβλήματα, αρκετές είναι υπερχρεωμένες και αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται στον τομέα του δικτύου και των εγκαταστάσεων πόσιμου νερού, αποχέτευσης και αντιπλημμυρικής προστασίας.
Συνεπώς έχουν διαμορφωθεί οι απαραίτητες συνθήκες ώστε να αναμένεται αργά η γρήγορα ότι πιο επιθετικές πολιτικές ιδιωτικοποίησης θα κτυπήσουν την πόρτα μας. Ήδη αναζητείται στρατηγικός επενδύτης για συνεργασία με την ΕΥΔΑΠ.
Ακούει κανείς?
Αυτό σημαίνει ότι η μεταφορά του έλεγχου του πιο ζωτικού φυσικού πόρου της ανθρωπότητας από τις οργανωμένες κοινωνίες σε μια χούφτα μονοπωλιακών εταιριών δεν ανήκει πλέον στην σφαίρα του φανταστικού. Και μάλιστα με μια τεράστια ποικιλία οικονομικών σεναρίων, εκδοχών και διοικητικών ρυθμίσεων από την μερική (συνεργασίες δημόσιου - ιδιωτικού τομέα) έως ολοκληρωτική (συνολική αποβολή κράτους - αυτοδιοίκησης και κοινωνίας).
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΑΡΩΝΟΙ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ;
Η Γαλλία μπορεί να περηφανεύεται σαν πατρίδα της ιδιωτικοποίησης του νερού με τις «SUEZ» και «Vivendi Environnement» (μετονομασθεισα σε «VEOLIA Environnement») να είναι οι μεγαλύτερες παγκοσμίως ιδιωτικές επιχειρήσεις νερού.
Η «SUEZ» ελέγχει υπηρεσίες νερού σε 130 χώρες, έχει περίπου 115 εκατομμύρια πελάτες και 173.000 υπάλληλους. Η «Vivendi» έχει 110 εκατομμύρια πελάτες σε περισσότερες από 100 χώρες και 295.000 υπαλλήλους και ακολουθεί η «Thames Water» με 70 εκατομμύρια πελάτες. Κάθε μια από τις τρεις κορυφαίες επιχειρήσεις διαθέτει τεράστιους οικονομικούς πόρους, είναι μεταξύ των κορυφαίων 100 εταιριών στον κόσμο ενώ όλες μαζί είχαν εισόδημα (2001) 156.7 δις δολαρίων (την στιγμή που το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Βολιβίας στην οποίαν έχει προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση είναι 21,4 δις δολάρια). Το παζλ συμπληρώνεται με τις μικρότερες «Saur», «Bechtel Group, Inc», «American Water Works Co. Inc.» και «United Utilities PLC»
TΟ ΝΕΡΟ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
- 1,1 δις άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό.
- 2.4 δις στερούνται πρόσβασης σε εγκαταστάσεις υγιεινής κυρίως στην Αφρική και την Ασία.
- 2 δις εξαρτώνται από τα υπόγεια νερά παγκοσμίως (περίπου ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού) με κίνδυνο να μειώσουν πολύ γρήγορα τους πόρους των υπόγειων νερών
- Το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε χώρες όπου η κατανάλωση νερού υπερβαίνει το 10% των ανανεώσιμων πόρων τους σε γλυκό νερό
- Τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού θα βιώσουν τις ελλείψεις καθαρού νερού μέχρι το 2025 προβλέπουν τα Ηνωμένα Έθνη.
- 30 δισεκατομμύρια δολάρια είναι το κόστος ετησίως προκείμενου να έχουν οι φτωχοί πληθυσμοί καθολική πρόσβαση στο νερό μέχρι το 2015
Είναι προφανές ότι το νερό είναι τόσο ένα κοινωνικό αγαθό το οποίο πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλα τα ανθρώπινα όντα (και όχι μόνο αυτά) όσο και μια περιβαλλοντική αξία. Ωστόσο στο σημερινό Παγκόσμιο Χωριό με την ολοένα αυξανόμενη έλλειψη του και τις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες (που απαιτούν δαπανηρά και μεγάλα έργα) είναι αναμφισβήτητα και οικονομικό αγαθό, έχει άξια χρήσης και συνεπώς αποτελεί εμπόρευμα. Τόσο απαραίτητο ώστε ακόμη και οι φτωχοί είναι έτοιμοι να το πληρώσουν.
Η άποψη ότι το νερό είναι και εμπόρευμα δεν είναι από μόνη της αρνητική. Μπορεί συμπεριλαμβάνοντας και το περιβαλλοντικό κόστος στην τιμή του νερού να συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια περιορισμού της σπατάλης υδάτινων πόρων. Το πρόβλημα αρχίζει από την στιγμή που απογυμνώνεται από τις άλλες ιδιότητες του και παραδίνεται στα μονοπωλιακά συγκροτήματα σαν να επρόκειτο για ένα οποιαδήποτε άλλο εμπόρευμα.
ΟΙ ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΤΩΝ ΒΑΡΩΝΩΝ
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η ιδιωτικοποίηση προχωράει πολύ γρήγορα σε φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες. Το μυστικό λύνεται όταν ανακαλύπτουμε ότι η Διεθνής Τράπεζα (Δ.Τ.) και άλλοι διεθνείς χρηματοδοτικοί οργανισμοί μέσα από την άσκηση πιέσεων στις κυβερνήσεις τους να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις (ως αντάλλαγμα των δανείων που ζητούν) έχουν παίξει κυρίαρχο ρόλο.
Η έρευνα του ICIJ έδειξε ότι οι επιχειρήσεις νερού έχουν ενώσει τις δυνάμεις του για να δημιουργήσουν μια σειρά Διεθνών οργανώσεων, «δεξαμενών σκέψης», επιτροπών και φόρουμ (με τα στελέχη τους να παίζουν κυρίαρχο ρόλο) που προσπαθούν να κυριαρχήσουν ιδεολογικοπολιτικά. Ο βασικότερος από τους φορείς αυτούς «Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Νερού» (http://www.worldwatercouncil.org) ιδρύθηκε το 1996 από την Δ.Τ και τα Ηνωμένα Έθνη και οργανώνει παγκόσμιες διασκέψεις. Στο φόρουμ της Χάγης (Μάρτιος 2000) χαρακτηριστική ήταν η δήλωση ότι η λύση στο πρόβλημα «νερό» είναι να αντιμετωπιστεί όπως οποιαδήποτε άλλο προϊόν με διαχείριση του από τον ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς.
Οι επιχειρήσεις νερού συνεργάζονται στενά με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να διευκολύνεται η διείσδυση τους σε νέες αγορές, πιέζουν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) να μειωθούν οι περιορισμοί που την εμποδίζουν και τον Διεθνή οργανισμό για τα πρότυπα (ISO), να καθορίσει διεθνή πρότυπα για τις υπηρεσίες νερού ώστε να διευκολυνθεί η διαδικασία ανοίγματος των αγορών νερού. Σε επιστολή της (Μάιος 2002), η Επίτροπος για το εμπόριο της ΕΕ Ulrike Hauer έγραψε στις εταιρείες «Thames Water”, “SUEZ” και «VIVENDI” ευχαριστώντας τους για τη συμβολή τους στην προσπάθεια μείωσης των εμπορικών περιορισμών στις "υπηρεσίες ύδατος και υγρών αποβλήτων" με σκοπό να ανοιχτούν αυτές οι αγορές στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
ΟΙ ΑΠΟΛΟΓΗΤΕΣ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Οι υπέρμαχοι της ιδιωτικοποίησης παρουσιάζουν την επέκταση του ιδιωτικού νερού σχεδόν σαν φυσική απάντηση στην αυξανόμενη κρίση της έλλειψης νερού την εποχή της παγκοσμιοποίησης και ότι το νερό σαν οικονομικό αγαθό προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στη μάχη για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη νερού, να έχει την δυνατότητα κάθε άνθρωπος να ικανοποιεί τις βασικές απαιτήσεις του σε νερό και να προστατεύονται τα φυσικά οικοσυστήματα. Ότι η πολιτική ιδιωτικοποίησής έχει σαν αποτέλεσμα την οικονομική αποτελεσματικότητα, την βελτίωση της λειτουργίας των υπηρεσιών νερού (ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες) και πετυχαίνουν να παρακάμψουν την γραφειοκρατία και διαφθορά. Ταυτόχρονα υποστηρίζουν ότι η ιδιωτικοποίηση ως πολιτικό και οικονομικό εργαλείο αποδίδει όταν χρησιμοποιηθεί κατάλληλα και επικαλούνται την σωστή λειτουργία των ιδιωτικοποιημένων συστημάτων νερού στις ανεπτυγμένες χώρες και τους ευτυχισμένους πελάτες τους.
Ωστόσο μετά από σειρά αποτυχιών αυτής της πολιτικής ακόμα και οι υπέρμαχοι της συστήνουν να μην υπάρχει «απερίσκεπτη βιασύνη», να λαμβάνεται υπόψη ο ιδιαίτερος ρόλος του νερού και να εξασφαλίζεται κοινωνική συναίνεση. Αποδίδουν στο κράτος και τους ελεγκτικούς του μηχανισμούς την ευθύνη να ελέγχουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις νερού και να αποβάλλουν όσες δεν τηρούν τα συμφωνημένα και αποθεώνουν την δύναμη της αγοράς να επιβραβεύει και να «τιμωρεί» ανάλογα με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Στις χώρες όπου υπήρξε εφαρμογή (μερικές φορές απότομη και βίαιη) της πολιτικής ιδιωτικοποίησης του νερού γρήγορα εμφανίστηκε λόγω των συνεπειών έντονη αντίθεση κοινωνικών ομάδων, οργανώσεων προστασίας του περιβάλλοντος και των ανθρώπινων δικαιωμάτων που αντιμετωπίστηκε μερικές φορές με βίαιη καταστολή. Οι αντίπαλοι της ιδιωτικοποίησης περιγράφουν τους βαρωνους του νερού σαν αρπακτικούς κεφαλαιοκράτες που προγραμματίζουν την κατάκτηση των παγκόσμιων υδάτινων πόρων ώστε να αυξήσουν τις τιμές και να διευρύνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.
Η αντίθεση επικεντρώνεται στις οικονομικές επιπτώσεις της ιδιωτικοποίησης (οικονομικές επιβαρύνσεις, μείωση εισοδήματος, αύξηση της ανεργίας, δύναμη των βαρωνων), των κινδύνων για οικοσυστήματα και φυσικούς πόρους, του έλεγχου από ξένους του θεμελιώδους φυσικού πόρου, αλλά και τον αποκλεισμό των φτωχών από την πρόσβαση στο νερό και των τοπικών κοινωνιών από τις αποφάσεις για τους δικούς τους πόρους.
Αντιτείνουν ότι αν και είναι σαφές πως πράγματι υπάρχουν θετικά αποτελέσματα από την ιδιωτικοποίηση, αυτό οφείλεται σε πολλές περιπτώσεις πρωτίστως στα δάνεια από την Δ.Τ ενώ οι επιχειρήσεις διαθέτουν ελάχιστα δικά τους κεφάλαια και αν η Δ.Τ. δαπανούσε ίδιες προσπάθειες και χρήματα στη βελτίωση των δημόσιων και δημοτικών οργανισμών νερού αυτές θα απέδιδαν καλύτερα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις ειδικά όταν έχει η χώρα ένα ισχυρό κράτος δικαίου και μιας τίμια, αποτελεσματική διοίκηση.
Ταυτόχρονα η μεγαλύτερη ανάγκη για αποτελεσματικές και αξιόπιστες υπηρεσίες νερού υπάρχει κατά κανόνα σε εκείνες τις χώρες όπου συναντούμε αδύνατους δημόσιους τομείς, διαφθορά και έντονα κοινωνικά προβλήματα. Σε αυτές τις χώρες που οι βαρωνοι βάζουν με την βοήθεια της Δ.Τ. στο στόχαστρο τους οι αδύναμες και διεφθαρμένες κυβερνήσεις τους αδυνατούν να διαπραγματευτούν μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή συμφωνία.
Η ιδιωτικοποίηση, υποστηρίζουν οι αντίπαλοι της, περιθωριοποιεί τις φτωχές περιφέρειες που δεν παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον για το ιδιωτικό κεφαλαίο και βαθαίνει την καθυστέρηση τους. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν οικονομικό όφελος από την μείωση της συντήρησης των δικτύων και φυσικά αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι τις εξαιρετικά δαπανηρές αντικαταστάσεις τους λόγω παλαιότητας. Ιδιαίτερα επικίνδυνο για την υγεία των πολιτών είναι το γεγονός ότι δεν έχουν κανένα λόγο – το αντίθετο μάλιστα- να λαμβάνουν εξαντλητικά και δαπανηρά μέτρα προστασίας και ελεγχου της ποιότητας του νερού όπως επίσης δεν έχουν κανένα λόγο να επιζητούν την μείωση της σπάταλης αφού αυτό τους στερεί πολύτιμα κέρδη.
Μια διαδικασία ιδιωτικοποίησης, κατά τους επικριτές της, είναι συχνά δρόμος χωρίς επιστροφή καθώς τυχόν καταγγελία της σύμβασης οδηγεί τις πόλεις και τα κράτη σε δικαστικές περιπέτειες με αντικείμενο τεραστία χρηματικά ποσά τα οποία διεκδικούν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ενώπιον διεθνών οργανισμών επίλυσης διαφόρων. Παράλληλα με την υλοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων καταστρέφονται οι υπάρχουσες δημόσιες δομές στον τομέα του νερού, χάνεται πολύτιμη πείρα, στελέχη και δεξιότητες, η διάρκεια των συμβάσεων όντας μακρόχρονη (τουλάχιστον 10 έως 20 έτη) καθιστά την απώλεια των υδάτινων πόρων από την κοινωνία σχεδόν ανέκκλητη και ότι οι δομές της ιδιωτικοποίησης ενθαρρύνουν τη δωροδοκία καθώς οι συμβάσεις γίνονται χωρίς διαφάνεια πίσω από κλειστές πόρτες.
Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δίνουν την υπόσχεση να παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες σε χαμηλότερες τιμές. Η έρευνα του ICIJ αποκάλυψε ότι οι κυβερνήσεις συχνά αυξάνουν τις τιμές του νερού πριν από την ιδιωτικοποίηση για να αφήσουν τους ιδιώτες την δυνατότητα να μειώσουν αμέσως τις τιμές και να κερδίσουν την κοινωνική συναίνεση. Ακολουθούν πιέσεις προκείμενου να επαναδιαπραγματευθεί η εταιρεία την σύμβαση προς όφελος της (διαθέτοντας δε ήδη τον έλεγχο του νερού έχει τεράστια διαπραγματευτική δύναμη) με αποτέλεσμα γρήγορα οι τιμές να εκτινάσσονται στα ύψη ενώ οι αρχικοί στόχοι για επεκτάσεις και εκσυγχρονισμό των συστημάτων πόσιμου νερού και αποχέτευσης εγκαταλείπονται. Στο βασικό επιχείρημα υπέρ της ιδιωτικοποίησης ότι το οικονομικό βάρος θα μετατοπιστεί από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα οι αντίπαλοι της απαντούν ότι αυτό μετακυλιεται στους καταναλωτές που πληρώνουν περισσότερο κάθε μήνα τον λογαριασμό του νερού και συνοδεύεται από μεγάλες απολύσεις προσωπικού.
Η έλλειψη νερού σε μια χώρα είναι δυνατόν να αποδώσει στις εταιρίες τεράστια ποσοστά κέρδους με την μεταφορά νερού σε αυτήν από άλλες χώρες. Οι εταιρείες ασκούν τεράστιες οικονομικές και πολιτικές πιέσεις σε χώρες με επάρκεια νερού προκείμενου να πετύχουν την εξαγωγή του σε άλλες με καταστρεπτικές συνέπειες (τεραστία οικολογική καταστροφή και κοινωνικοοικονομικές περιπέτειες). Φυσικά το σημαντικότερο επιχείρημα παραμένει ότι: Η ιδιωτικοποίηση μπορεί να αφήσει τους φτωχούς χωρίς πρόσβαση στο πόσιμο νερό και τις υποδομές υγιεινής.
ΔΙΑΦΘΟΡΑ, ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
Αύγουστος 2000 εμφανίστηκε χολέρα στην Νότια Αφρική και μέχρι τον Ιανουάριο 2002 είχε μολύνει περισσότερους από 250.000 ανθρώπους και 300 θανάτους. Ο David Hemson, κοινωνικός επιστήμονας που εστάλη από την κυβέρνηση για να ερευνήσει τις αιτίες τις απέδωσε στο γεγονός ότι είχαν αρχίσει οι διαδικασίες εμπορευματοποίησης του νερού και μεγάλος αριθμός κατοίκων αναγκάστηκαν να αναζητήσουν νερό σε μολυσμένα ρέματα και λίμνες λέγοντας "Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αδυναμία των ανθρώπων να πληρώσουν το πλήρες κόστος του νερού ήταν η άμεση αιτία της επιδημίας χολέρας» .
Το διασημότερο παράδειγμα αντίστασης στην ιδιωτικοποίηση είναι αυτή της πόλης Cochabamba της Βολιβίας. Κοινοπραξία των Bechtel και United Utilities πήρε τον έλεγχο των υδάτινων έργων της πόλης το 1999 και ακολούθησαν αυξήσεις μέχρι 150% και απειλές για διακοπή υδροδότησης όσων δεν πλήρωναν. Η σύμβαση έδωσε στην Κοινοπραξία τον έλεγχο του υπόγειου νερού και της επέτρεψε να κλείσει τις ιδιωτικές γεωτρήσεις. Όταν οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν αστυνομία και Στράτος κλήθηκαν να τις καταστείλουν σκοτώνοντας δύο ανθρώπους. Όταν η κυβέρνηση προχώρησε σε ακύρωση της παραχώρησης η κοινοπραξία την μήνυσε απαιτώντας αποζημιώσεις ενώπιον του «διεθνούς κέντρου για την τακτοποίηση των διαφωνιών επένδυσης» που ανήκει στο γκρουπ της Δ.Τ.
Στη Γαλλία 'SUEZ' και 'Vivendi' έχουν στενούς πολιτικούς δεσμούς με την εθνική και τοπική εξουσία ενώ ανώτεροι υπάλληλοι τους έχουν κατηγορηθεί και σε μερικές περιπτώσεις καταδικαστεί για παράνομες χρηματοδοτήσεις προεκλογικών αγώνων, δωροδοκίες και απάτες για να εξασφαλίσουν συμβόλαια στον τομέα του νερού.
Το 1988 η κυβέρνηση της Θάτσερ μετέτρεψε 10 περιφερειακούς οργανισμούς νερού σε ιδιωτικές επιχειρήσεις με παραχωρήσεις 25-έτιας, απαλλαγή από χρέη, απαλλαγή φόρων στα κέρδη, επιχορηγήσεις κλπ καθώς και είσοδο τους στο χρηματιστήριο και δημιουργία ιδιωτικών μονοπωλίων. Σύντομα εμφανίστηκαν σοβαρές αντιδράσεις καθώς οι τιμές αυξήθηκαν κατά μέσο όρο πάνω από 50% τα πρώτα 4 έτη. Τα τεραστία κέρδη προσέλκυσαν τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες και οι περισσότερες από τις 10 επιχειρήσεις αγοράστηκαν μετά από την πενταετή περίοδο "προστασίας" τους. Ακολούθησε διακοπή της παροχής νερού σε σημαντικό αριθμό κατοίκων που δεν είχαν να πληρώσουν και η λειτουργία των "μετρητών προκαταβολής πληρωμής" που παρείχαν πρόσβαση στο νερό με την χρήση πλαστικής κάρτας μόνο όταν προπλήρωναν οι πελάτες τα χρήματα και για όσο καιρό είχε χρήματα ο λογαριασμός τους (ακριβώς όπως η καρτοκινητη τηλεφωνία). Οι αντιδράσεις ανάγκασαν το Κοινοβούλιο να ψηφίσει νόμο που απαγόρευσε τις αποσυνδέσεις και τη χρήση μετρητών. Παράλληλα υπήρξαν σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας όπως έλλειψη βασικών μέτρων συντήρησης, ανάστροφες ροής υπονόμων, ρύπανση υδάτινων πόρων και κακή ποιότητα πόσιμου νερού που οδηγούσαν σε τακτικές ποινικές διώξεις κατά των επιχειρήσεων. Σήμερα η κατάσταση έχει βελτιωθεί μετά από τις αντιδράσεις.
Τον Ιανουάριο του 2003 οι αρχές της Ατλάντα αποφάσισαν να διακόψουν τη μεγαλύτερη σύμβαση ιδιωτικοποίησης νερού στις ΕΙΠΑ που έγινε το 1998 και διαφημίστηκε ως "πρότυπο". Άντ' αυτού το φιάσκο στην Ατλάντα με την ιδιωτική επιχείρηση να αυξάνει σημαντικά την τιμή του νερού, να ζητάει συνεχώς περισσότερες επιχορηγήσεις, να χρεώνει στην πόλη εργασίες που δεν έχει πραγματοποιήσει, και να παραμελεί συστηματικά την συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό καθώς και τις παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας η περίπτωση αυτή χρησιμεύει πλέον ως παράδειγμα αποφυγής όπως και οι αντίστοιχες του Μπουένος Αύρες (Αργεντινή), της Μανίλα (Φιλιππίνες) κ.α
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΙ;
Στην Ελλάδα την ευθύνη του πόσιμου νερού και της αποχέτευσης έχουν οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α) που αποτελούν ΝΠΙΔ εκτός Αθήνας και της Θεσσαλονίκης όπου έχουμε την εμφάνιση των πρώτων προσπαθειών ιδιωτικοποίησης του νερού στην χώρα μας.
Έτσι η ΕΥΔΑΠ με 4.000.000 πελάτες στην Αθήνα γίνεται το 1999 Ανώνυμη Εταιρεία εισήγμενη στο Χρηματιστήριο με τα κυριότερα πάγια της να απορροφώνται από την «Εταιρεία Παγίων ΕΥΔΑΠ ΝΠΔΔ» και να παραμένουν στην ιδιοκτησία του δημοσίου (φράγματα, ταμιευτήρες, εξωτερικά υδραγωγεία και αντλιοστάσια, καθώς και οι άλλες εγκαταστάσεις που εξασφαλίζουν την ασφαλή μεταφορά του νερού μέχρι τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας του). Η ΕΥΔΑΠ συνεχίζει να λειτουργεί τα έργα για λογαριασμό της «Εταιρείας Παγίων» και για την εξασφάλιση της υδροδότησης της Πρωτεύουσας προμηθεύεται ακατέργαστο νερό από το Δημόσιο. Το τίμημα του ακατέργαστου νερού μέχρι το 2004 συμψηφίζεται με το κόστος των υπηρεσιών που προσφέρει η ΕΥΔΑΠ για τη συντήρηση και λειτουργία των παγίων στοιχείων. Ανάλογο είναι το νομικό καθεστώς που ισχύει για την ΕΥΑΘ (Θεσσαλονίκη).
Οι ΔΕΥΑ στην πλειοψηφία τους αντιμετωπίζουν σημαντικά οικονομικά και αλλά προβλήματα, αρκετές είναι υπερχρεωμένες και αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται στον τομέα του δικτύου και των εγκαταστάσεων πόσιμου νερού, αποχέτευσης και αντιπλημμυρικής προστασίας.
Συνεπώς έχουν διαμορφωθεί οι απαραίτητες συνθήκες ώστε να αναμένεται αργά η γρήγορα ότι πιο επιθετικές πολιτικές ιδιωτικοποίησης θα κτυπήσουν την πόρτα μας. Ήδη αναζητείται στρατηγικός επενδύτης για συνεργασία με την ΕΥΔΑΠ.
Ακούει κανείς?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου